Γράφει: Βάσω Μιχοπούλου
Καμιά ιδέα δεν έχει μπερδέψει τoυς αναλυτές της παγκόσμιας
οικονομίας περισσότερο από την ιδέα των αναδυόμενων οικονομιών, όπως της Κίνας,
της Ρωσίας και της Ινδίας και κανένας όρος δεν είναι τόσο επίκαιρος όσο η
"Αφρικανοποίηση" της Ελλάδας. Πώς συνδέονται αυτά τα δύο;
Ο κορυφαίος στο χώρο του, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Αφρικανικής
Πολιτικής Ίαν Τέιλορ (Ian Taylor) έχει τον τρόπο. Ο ίδιος επισκέφθηκε για πρώτη
φορά την Ελλάδα με αφορμή το διήμερο επιστημονικό συνέδριο με τίτλο: «The
European Union and Africa: The Interregional Dynamics», που πραγματοποιήθηκε
στις 26 και 27 Σεπτεμβρίου, στην Αθήνα στο χώρο του Ινστιτούτου Διπλωματίας και
Διεθνών Εξελίξεων, στο οποίο ήταν βασικός εισηγητής και σε μια κατ' ιδίαν
συζήτηση, αποκλειστικά για την "Ημερησία", μας έδωσε την εκτίμησή
του, όχι μόνο για το φαινόμενο BRICS από τα αρχικά τους: Βραζιλία, Ρωσία,
Ινδία, Κίνα και μετά το 2011 και η Νότια Αφρική), αλλά και για την Ευρώπη και
φυσικά για την Ελλάδα.
Ο βρετανός καθηγητής, τρείς μήνες μετά την 6η σύνοδο κορυφής
των BRICS που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Ιούλιο στην Φορταλέζα της
Βραζιλίας και που οδήγησε στη δημιουργία της Νέας Αναπτυξιακής Τράπεζας BRICS
και στην Contigent Reserve Agreement(CRA), απαντά στο ερώτημα αν τελικά οι
αναδυόμενες οικονομίες εξακολουθούν να έχουν δύναμη ή όχι: "Τα μέλη των
BRICS αντιπροσωπεύουν λίγο πάνω από το ένα τέταρτο του παγκόσμιου ακαθάριστου
εγχώριου προϊόντος και περίπου το ήμισυ της παραγωγής των αναπτυσσόμενων χωρών.
Μέσα σε μια δεκαετία(από το 2003 έως το 2013), το ΑΕΠ της Κίνας αυξήθηκε κατά
164%, έτσι ώστε σήμερα να αντιπροσωπεύει το 15% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Το ΑΕΠ της
Ινδίας, στο ίδιο διάστημα σχεδόν διπλασιάστηκε. Οι οικονομίες των τριών
υπόλοιπων χωρών των BRICS αναπτύχθηκαν κατά 40% ή και περισσότερο. Αθροιστικά
σήμερα τα BRICS εκπροσωπούν περίπου το 43% του παγκόσμιου πληθυσμού, ενώ κατέχουν
ήδη συναλλαγματικά αποθέματα ύψους 4.4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Όπως
αντιλαμβάνεστε είναι οικονομικές δυνάμεις αναμφισβήτητα."
Η εμφάνιση των BRICS το 2001 είχε προκαλέσει ανάμικτες
αντιδράσεις. Μερικοί έκαναν λόγο για ένα ανομοιογενές κατασκεύασμα της Goldman
Sachs που είχε τη βάση του σε μια στρατηγική προσέλκυσης επενδύσεων. "Η
έννοια των BRICS ουσιαστικά ήταν μια ευφυής εφεύρεση ενός brand name για
επενδυτικό χαρτοφυλάκιο από τον τότε Διευθυντή Ερευνών της Goldman Sachs Jim O'
Neill. Μια ένωση ανομοιογενών χωρών με διαφορετική κουλτούρα, οικονομικά
μοντέλα και διεθνή συμφέροντα, καθώς και διαφορετικά μοντέλα διακυβέρνησης,
διαφορετική θέση στο διεθνές σύστημα, στην περιφερειακή βαρύτητα και στους
στόχους. Εκτός από το ότι είναι οι μεγαλύτερες οικονομίες στις αντίστοιχες
περιοχές τους, το μόνο κοινό, που μοιράζονται, είναι το γεγονός ότι οι
οικονομίες τους στάθηκαν όρθιες όταν η Δύση βούλιαξε στην ύφεση κατά τη διάρκεια
της οικονομικής κρίσης του 2008. Η Κίνα, η Ινδία και άλλες αναπτυσσόμενες
οικονομίες συνέχισαν να εμφανίζουν υψηλή ανάπτυξη, βοηθώντας την παγκόσμια
οικονομία να μη βυθιστεί σε μια βαθύτερη και οδυνηρή κρίση. Με κάποιο τρόπο
λειτούργησαν ως σταθεροποιητικοί πυλώνες της. Κατά τα άλλα αναπτύσσονται συχνά
με ανταγωνιστικό τρόπο, όπως για παράδειγμα η Ρωσία και η Βραζιλία που είναι
παραγωγοί ενέργειας και ανταγωνιστές σε αντίθεση με την ανεπαρκώς
αστικοποιημένη Ινδία που είναι μεγάλος καταναλωτής ενέργειας. Σε ό, τι αφορά
τον τομέα των εμπορικών σχέσεων, και αυτός είναι περιορισμένος, ενώ τα
συμφέροντα τους τόσο στην εσωτερική, όσο και στην εξωτερική πολιτική δεν
εναρμονίζονται. Παρατηρήστε για παράδειγμα, τη συζήτηση για την ανάδυση ενός
πολυπολικού κόσμου και την επιθυμία των νέων χωρών για διεύρυνση των μελών του
Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, πώς "σκοντάφτουν" πάνω στα
"κεκτημένα" της Ρωσίας και της Κίνας και θα βγάλετε τα συμπεράσματά
σας."
Το ερώτημα βέβαια που προκύπτει είναι αν οι αναδυόμενες
οικονομίες ως μια πολιτική πραγματικότητα διαθέτουν τη δύναμη και την επιθυμία
να διαμορφώσουν μια νέα διεθνή αρχιτεκτονική και να προωθήσουν μια εναλλακτική
παγκόσμια τάξη. "Νομίζω ότι έχουν τη δύναμη να το κάνουν, αν σκεφτείτε ότι
η Κίνα θεωρείται αυτή τη στιγμή "ηγετική" οικονομία στον κόσμο. Δεν
νομίζω όμως ότι επιθυμία όλων τους είναι να αλλάξουν τη διεθνή πραγματικότητα,
άλλωστε οι ελίτ των χωρών ειδικότερα, επωφελούνται από αυτήν. Αυτό που
επιθυμούν όλοι είναι μια θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, να σταματήσουν
τον αποκλεισμό και να μπορούν να έχουν λόγο για τη μεταμόρφωση των κανόνων και
δομών των φορέων λήψης αποφάσεων των διεθνών θεσμικών οργάνων, είτε είναι το
ΔΝΤ, είτε είναι το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Θέλουν δυνατότερη φωνή και
εκπροσώπηση στους διεθνείς οργανισμούς. Για αυτό και από την αρχή είχαν
εστιάσει το έργο τους στις διπλωματικές διαβουλεύσεις και στον διεθνή
συντονισμό", εξηγεί ο καθηγητής.
Ο Ίαν Τέιλορ ασκεί κριτική και στον Τύπο, ο οποίος κατά τη
γνώμη του υπερέβαλε σε σχέση με την προβολή των αναδυόμενων αγορών. Το αποκαλεί
"πιασάρικο", με όρους μίντια, θέμα, το οποίο δημιούργησε κάποια
συζήτηση και πήρε διαστάσεις εξαιτίας της χρονικής στιγμής που αναδύθηκε. Σε
μια ευάλωτη στιγμή για την παγκόσμια οικονομία, υπερτονίστηκε ο ρόλος τους και
δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι πιθανά να ήρθε το τέλος της δυτικής υπεροχής.
"Δεν υπάρχει φόβος για το τέλος της δυτικής υπεροχής, γιατί δεν υπάρχει
χώρα που να έχει τόσο δυνατή οικονομία συγκριτικά με τη Δύση. Η μόνη δυνατή
χώρα είναι η Κίνα, αλλά η οικονομία των ΗΠΑ εξακολουθεί να είναι πάνω από δύο
φορές μεγαλύτερη (και με ένα κατά κεφαλήν εισόδημα επτά φορές υψηλότερο). Αν
βγάλεις την Κίνα τελειώνουν οι BRICKS. Για αυτό, άλλωστε κατά πολλούς η ομάδα
BRICKS αποτελεί ένα δορυφορικό σχήμα γύρω από την Κίνα. Η Ρωσία, από την άλλη
μεριά, έχει οικονομική δύναμη, αλλά δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τη Δύση, εξάλλου
έχει ένα σωρό ανοικτά μέτωπα. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως η κατάρρευση της
ανάπτυξης των αναδυόμενων οικονομιών δεν θα ήταν άσχημη είδηση για τη Δύση. ",
συμπληρώνει ο αναλυτής.
Όλα αυτά και ακόμη περισσότερα μπορεί κάποιος να διαβάσει
και στο τελευταίο βιβλίο του καθηγητή Τέιλορ που έχει τον τίτλο: "Africa
Rising? BRICS-Diversifying Dependancy". Ο ίδιος το παρουσίασε κατά τη
διάρκεια του συνεδρίου στην Αθήνα και μέσα σε αυτό ασκεί μια κριτική στην ιδέα
"ανάδυσης" της Αφρικής, αναλύοντάς τη τόσο με βάση οικονομικούς
δείκτες, όσο και μέσα από τη σχέση της με τις αναδυόμενες αγορές.
Συνομιλώντας βέβαια με τον σημαντικό αυτό επιστήμονα δεν
μπορεί κάποιος να μη μπει στον πειρασμό να ζητήσει την εκτίμησή του και για το
μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο ίδιος μας λέει ότι ψήφισε "Υes" στο
πρόσφατο δημοψήφισμα για την απόσχιση της Σκωτίας, δικαιολογώντας τη ψήφο του
ως μια κίνηση εναντίον του Λονδίνου, που όπως λέει, έχει εγκαταλείψει το
υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο και ως μια ευκαιρία για να ξεφύγει η Σκωτία από τη
κυριαρχία του. Γενικά όμως η θέση του για το μέλλον της Ε.Ε είναι απαισιόδοξη:
"Δε νομίζω ότι τα πρότζεκτ της Ε.Ε θα πάνε όσο μακριά θα μπορούσαν να πάνε
και αυτό γιατί δεν υπάρχει "επαφή" μεταξύ ηγετών, τεχνοκρατών και
λαού. Η Γερμανία θέλει να συνεχίσει τη σκληρή πολιτική της χωρίς να ακούει τη
φωνή των λαών που υποφέρουν, όπως των ελλήνων και του νότου γενικότερα. Η κοινή
γνώμη στη Μ. Βρετανία είναι εναντίον της εντατικοποίησης και της αυστηρής
εφαρμογής των μέτρων λιτότητας πλέον και νομίζω ότι σιγά- σιγά οι λαοί της
Ευρώπης θα αρχίσουν να αντιδρούν. Δεν είναι τυχαία, άλλωστε, η εμφάνιση
ακροδεξιών κομμάτων. Γενικά, νομίζω ότι η ιδέα των ΗΠΑ για Φεντεραλισμό στην
Ευρώπη έχει πεθάνει", λέει πολύ χαρακτηριστικά.
Λίγο πριν ξεκινήσει το επόμενο πάνελ του συνεδρίου στο οποίο
ο καθηγητής είναι εισηγητής, μας λέει off the record ότι η Ευρώπη πάσχει από
έλλειψη ηγετών με αρχές και αξίες (principled leaders) που να βάζουν τον
άνθρωπο πάνω απ' όλα και μας εκπλήσσει ευχάριστα. Έκπληξη βέβαια μας προκαλεί,
αρνητική αυτή τη φορά, η εκτίμησή του και για την Ελλάδα: "Ο τρόπος που
πολλές φορές η Ελλάδα "επιχειρεί" σε ορισμένους τομείς, μου θυμίζει
την Αφρική που μελετάω πάρα πολύ. Διαφθορά και πελατειακές σχέσεις σε όλο τους
το μεγαλείο. Έχει ομοιότητες σε βαθμό που μου έρχεται να πω πως αντί να μιλάμε
για παγκοσμιοποίηση της Αφρικής, θα μπορούσαμε να μιλάμε για
"Αφρικανοποίηση" της Ελλάδας!" μας λέει χαμογελώντας και
κατευθύνεται προς το πάνελ, καθώς η επόμενη συζήτηση έχει ήδη ξεκινήσει.
*Ο καθηγητής Ian Taylor διδάσκει Διεθνείς Σχέσεις και
Αφρικανική Πολιτική στο Πανεπιστήμιο St.Andrews στη Μ. Βρετανία και στα
Πανεπιστήμια Renmin και Zhejiang της Κίνας. Επίσης είναι επίτιμος διδάκτορας
στο Πανεπιστήμιο Stellenbosch της Ν. Αφρικής, ενώ έχει διδάξει σε πανεπιστήμια
του Ισραήλ, του Καναδά, της Ουγκάντας, της Σκωτίας, του Χονγκ-Κονγκ. Είναι
συγγραφέας περισσότερων από είκοσι βιβλίων και πάνω από εξήντα δημοσιεύσεων και
επιστημονικών άρθρων, ενώ έχει παρουσιάσει την έρευνά του σε περισσότερες από
σαράντα χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου